Εννέα στα νορβηγικά
Μετάφραση: εννέα, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
ni
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: εννέα
εννέα σκυλιά μπιγκλ πατούν γρασίδι και βλέπουν τον ήλιο - για πρώτη φορά, εννέα μούσες, εννέα όγδοα, εννέα όγδοα 9/8 live, εννέα βασίλισσες, εννέα λεξικό γλώσσας νορβηγικά, εννέα στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- ενισχυτής στα νορβηγικά - forsterker, forsterkeren
- ενισχύω στα νορβηγικά - forsterke, øke, rygg, styrke, bakside, tilbake, reenforce
- εννοώ στα νορβηγικά - lav, gjerrig, middel, gjennomsnittlig, bety, mener, betyr, ...
- ενοίκιο στα νορβηγικά - leie, husleie, leien, utleie, husleien
Τυχαίες λέξεις
Εννέα στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: ni
Μεταφράσεις: ni