Εννέα στα φινλανδικά

Μετάφραση: εννέα, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
yhdeksän, yhdeksästä, yhdeksässä, yhdeksään, yhdeksää
Εννέα στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: εννέα

εννέα σκυλιά μπιγκλ πατούν γρασίδι και βλέπουν τον ήλιο - για πρώτη φορά, εννέα μούσες, εννέα όγδοα, εννέα όγδοα 9/8 live, εννέα βασίλισσες, εννέα λεξικό γλώσσας φινλανδικά, εννέα στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • ενισχυτής στα φινλανδικά - vahvistin, vahvistimen, vahvistimeen, vahvistinta
  • ενισχύω στα φινλανδικά - voimistaa, selkäranka, kannustaa, takaosa, liioitella, puoltaa, kannattaa, ...
  • εννοώ στα φινλανδικά - ahne, aikoa, kitsas, tylsämielinen, viheliäinen, kelju, kehno, ...
  • ενοίκιο στα φινλανδικά - korko, ottaa, repeämä, halkeama, vuokrata, vuokra, vuokrattavana, ...
Τυχαίες λέξεις
Εννέα στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: yhdeksän, yhdeksästä, yhdeksässä, yhdeksään, yhdeksää