Κατήγορος στα γερμανικά
Μετάφραση: κατήγορος, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
staatsanwalt, ankläger, Ankläger, Staatsanwalt, Staatsanwaltschaft, Anwalt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατήγορος
δημόσιοσ κατήγοροσ, κατήγορος σημασία, σιωπηλός κατήγορος, κατήγορος του σωκράτη, κατήγορος λεξικό γλώσσας γερμανικά, κατήγορος στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- κατάχρηση στα γερμανικά - schmähung, unterschlagung, beschimpfen, veruntreuung, Missbrauch, Mißbrauch, Missbrauchs, ...
- κατέχω στα γερμανικά - eigen, eignen, eigene, besitzen, eigenes, halten, halten Sie, ...
- κατήφεια στα γερμανικά - schwermut, melancholie, melancholisch, tiefsinn, schwermütig, Düsternis, Trübsinn, ...
- κατήφορος στα γερμανικά - abhang, bergab, abwärts, Abfahrt, Downhill, Abfahrts
Τυχαίες λέξεις
Κατήγορος στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: staatsanwalt, ankläger, Ankläger, Staatsanwalt, Staatsanwaltschaft, Anwalt
Μεταφράσεις: staatsanwalt, ankläger, Ankläger, Staatsanwalt, Staatsanwaltschaft, Anwalt