Κατήγορος στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κατήγορος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
пракурор
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κατήγορος
δημόσιοσ κατήγοροσ, κατήγορος σημασία, σιωπηλός κατήγορος, κατήγορος του σωκράτη, κατήγορος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κατήγορος στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κατάχρηση στα λευκορωσικά - злоўжыванне, злоўжываньне
- κατέχω στα λευκορωσικά - чисты, трымаць
- κατήφεια στα λευκορωσικά - змрок, морак, цемра, цемру, цямрэча
- κατήφορος στα λευκορωσικά - ўніз, уніз
Τυχαίες λέξεις
Κατήγορος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: пракурор
Μεταφράσεις: пракурор