Ερειστικός στα δανικά
Μετάφραση: ερειστικός, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
ereistikos
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερειστικός
ερειστικός ιστός, ερειστικός λεξικό γλώσσας δανικά, ερειστικός στα δανικά
Μεταφράσεις
- ερείπια στα δανικά - ruiner, ruinerne, ruins
- ερεθίζω στα δανικά - opflamme, oppiske, ophidse, blusse, betændte
- ερευνητής στα δανικά - forsker, forskeren, forskere, forskerens
- ερευνώ στα δανικά - spørge, undersøge, at undersøge, undersøgelse, efterforske
Τυχαίες λέξεις
Ερειστικός στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: ereistikos
Μεταφράσεις: ereistikos