Ερειστικός στα τσεχικά
Μετάφραση: ερειστικός, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
svárlivý, ereistikos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ερειστικός
ερειστικός ιστός, ερειστικός λεξικό γλώσσας τσεχικά, ερειστικός στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- ερείπια στα τσεχικά - zbytek, pozůstatek, zřícenina, zříceniny, ruiny, zřicenina, trosky
- ερεθίζω στα τσεχικά - popudit, otravovat, rozpálit, obtěžovat, zanítit, dopalovat, jitřit, ...
- ερευνητής στα τσεχικά - výzkumník, badatel, vědec, výzkumný pracovník, výzkumný, řešitel
- ερευνώ στα τσεχικά - prozkoumat, pátrat, přeletět, proletět, zkoumat, vyšetřit, vyšetřovat, ...
Τυχαίες λέξεις
Ερειστικός στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: svárlivý, ereistikos
Μεταφράσεις: svárlivý, ereistikos