Ερειστικός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: ερειστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
ereistikos
Ερειστικός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ερειστικός

ερειστικός ιστός, ερειστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, ερειστικός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • ερείπια στα σλαβομακεδονικά - трупот, урнатините, рушевините, урнатини, рушевини, остатоци
  • ερεθίζω στα σλαβομακεδονικά - разгорат, разгоруваат, разгори, разгорува, се разгорат
  • ερευνητής στα σλαβομακεδονικά - истражувач, истражувачот, истражувач на, истражувачите, истражувачи
  • ερευνώ στα σλαβομακεδονικά - испита, истражува, истражи, истражуваат, се испита
Τυχαίες λέξεις
Ερειστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: ereistikos