Συνεργάτης στα δανικά
Μετάφραση: συνεργάτης, Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
δανικά
Μεταφράσεις:
bidragyder, bidragydere, medlem, aktive bidragydere
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάτης
συνεργάτης english translation, συνεργάτησ δικηγόροσ, συνεργάτης νικολόπουλου, συνεργάτης χωρίς όνομα, συνεργάτης της ελένης της «την είπε» on air, συνεργάτης λεξικό γλώσσας δανικά, συνεργάτης στα δανικά
Μεταφράσεις
- συνεργάζομαι στα δανικά - samarbejde, samarbejder, at samarbejde, samarbejde om
- συνεργάσιμος στα δανικά - kooperativ, samarbejde, kooperative, andelsselskab, samarbejdsvillig
- συνεργασία στα δανικά - samarbejde, samarbejdet, et samarbejde
- συνεργός στα δανικά - abettor
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάτης στα δανικά - Λεξικό: ελληνικά » δανικά
Μεταφράσεις: bidragyder, bidragydere, medlem, aktive bidragydere
Μεταφράσεις: bidragyder, bidragydere, medlem, aktive bidragydere