Συνεργάτης στα εσθονικά

Μετάφραση: συνεργάτης, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
annetaja, kaastöötaja, toetaja, panustaja, panuse, tegur, teguriks
Συνεργάτης στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάτης

συνεργάτης english translation, συνεργάτησ δικηγόροσ, συνεργάτης νικολόπουλου, συνεργάτης χωρίς όνομα, συνεργάτης της ελένης της «την είπε» on air, συνεργάτης λεξικό γλώσσας εσθονικά, συνεργάτης στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • συνεργάζομαι στα εσθονικά - koostööd tegema, koostööd, teevad, teha koostööd
  • συνεργάσιμος στα εσθονικά - kooperatiivne, koostöövalmis, ühistu, koostöö, koostööd, ühistute, koostööl
  • συνεργασία στα εσθονικά - koostöö, partnerlus, kooperatsioon, koostööd, koostöös, koostööle, koostööks
  • συνεργός στα εσθονικά - tarvikud, juurdekuuluv, lisavarustus, kaasosaline, kaassüüdlane, kaasaaitaja, Kihutaja, ...
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάτης στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: annetaja, kaastöötaja, toetaja, panustaja, panuse, tegur, teguriks