Συνεργάτης στα ισλανδικά

Μετάφραση: συνεργάτης, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
framlag, framlög, þátttakandi, uppspretta þessara
Συνεργάτης στα ισλανδικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: συνεργάτης

συνεργάτης english translation, συνεργάτησ δικηγόροσ, συνεργάτης νικολόπουλου, συνεργάτης χωρίς όνομα, συνεργάτης της ελένης της «την είπε» on air, συνεργάτης λεξικό γλώσσας ισλανδικά, συνεργάτης στα ισλανδικά

Μεταφράσεις

  • συνεργάζομαι στα ισλανδικά - vinna, samstarf, vinna saman, samvinnu, samstarfi
  • συνεργάσιμος στα ισλανδικά - samstarfsverkefni, samstarf, samvinnu, samvinnufélag, samvinnufélagsins
  • συνεργασία στα ισλανδικά - samvinna, félag, samstarf, samvinnu, samstarfi, samstarfið
  • συνεργός στα ισλανδικά - abettor
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάτης στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: framlag, framlög, þátttakandi, uppspretta þessara