Συνεργάτης στα ιταλικά
Μετάφραση: συνεργάτης, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
collaboratore, contributore, membro, collaboratore di, contributo
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάτης
συνεργάτης english translation, συνεργάτησ δικηγόροσ, συνεργάτης νικολόπουλου, συνεργάτης χωρίς όνομα, συνεργάτης της ελένης της «την είπε» on air, συνεργάτης λεξικό γλώσσας ιταλικά, συνεργάτης στα ιταλικά
Μεταφράσεις
- συνεργάζομαι στα ιταλικά - collaborare, collaborazione, collabora, collaborano, collaborerà
- συνεργάσιμος στα ιταλικά - cooperativa, cooperativo, cooperazione, cooperative, di cooperazione
- συνεργασία στα ιταλικά - cooperazione, associazione, collaborazione, la cooperazione, di cooperazione, della cooperazione
- συνεργός στα ιταλικά - accessorio, favoreggiatore, abettor, complice, manutengolo, manutengoli
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάτης στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: collaboratore, contributore, membro, collaboratore di, contributo
Μεταφράσεις: collaboratore, contributore, membro, collaboratore di, contributo