Συνεργάτης στα ισπανικά
Μετάφραση: συνεργάτης, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
contribuyente, colaborador, miembro, contribuidor, contribuye
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάτης
συνεργάτης english translation, συνεργάτησ δικηγόροσ, συνεργάτης νικολόπουλου, συνεργάτης χωρίς όνομα, συνεργάτης της ελένης της «την είπε» on air, συνεργάτης λεξικό γλώσσας ισπανικά, συνεργάτης στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- συνεργάζομαι στα ισπανικά - cooperar, colaborar, colaboración, colaborará, colaborando, colabore
- συνεργάσιμος στα ισπανικά - cooperativo, cooperativa, socorrido, cooperación, de cooperación, cooperativas
- συνεργασία στα ισπανικά - colaboración, cooperación, sociedad, asociación, la cooperación, de cooperación, una cooperación
- συνεργός στα ισπανικά - apéndice, accesorio, instigador, cómplice, encubridor, abettor, instigadora
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάτης στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: contribuyente, colaborador, miembro, contribuidor, contribuye
Μεταφράσεις: contribuyente, colaborador, miembro, contribuidor, contribuye