Συνεργάτης στα λευκορωσικά
Μετάφραση: συνεργάτης, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
удзельнік, ўдзельнік
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: συνεργάτης
συνεργάτης english translation, συνεργάτησ δικηγόροσ, συνεργάτης νικολόπουλου, συνεργάτης χωρίς όνομα, συνεργάτης της ελένης της «την είπε» on air, συνεργάτης λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, συνεργάτης στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- συνεργάζομαι στα λευκορωσικά - супрацоўнічаць
- συνεργάσιμος στα λευκορωσικά - кааператыў, каапэратыў
- συνεργασία στα λευκορωσικά - супрацоўніцтва, супрацу
- συνεργός στα λευκορωσικά - падбухторшчык, падбухторвае, звадыяш, ініцыятар
Τυχαίες λέξεις
Συνεργάτης στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: удзельнік, ўдзельнік
Μεταφράσεις: удзельнік, ўдзельнік