Αλάτι στα εσθονικά
Μετάφραση: αλάτι, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
soolama, sool, soola, soolana, salt, soolaks
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλάτι
αλάτι και πιπέρι, αλάτι ρίγανη θεσσαλονίκη, αλάτι και πιπέρι περιοδικό, αλάτι ιμαλαϊων ιδιότητες, αλάτι μεσολογγίου, αλάτι λεξικό γλώσσας εσθονικά, αλάτι στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- αλάθητος στα εσθονικά - veatu, laitmatu, lollikindel, lollikindla, idioot kindel
- αλάνθαστος στα εσθονικά - kahtlematu, eksimatu, eksimatud, ainuõige, eksimatut, eksimatuks
- αλέθω στα εσθονικά - tuupur, ihuma, frees, veski, jahvatama, lihvima, jahvatus, ...
- αλέτρι στα εσθονικά - ader, kündma, plough, adra, adra külge
Τυχαίες λέξεις
Αλάτι στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: soolama, sool, soola, soolana, salt, soolaks
Μεταφράσεις: soolama, sool, soola, soolana, salt, soolaks