Αλάτι στα σουηδικά

Μετάφραση: αλάτι, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
salta, salt, saltet
Αλάτι στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αλάτι

αλάτι και πιπέρι, αλάτι ρίγανη θεσσαλονίκη, αλάτι και πιπέρι περιοδικό, αλάτι ιμαλαϊων ιδιότητες, αλάτι μεσολογγίου, αλάτι λεξικό γλώσσας σουηδικά, αλάτι στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • αλάθητος στα σουηδικά - idiotsäker, idiotsäkert, foolproof, idiotsäkra
  • αλάνθαστος στα σουηδικά - ofelbar, ofelbara, ofelbart, är ofelbar, osviklig
  • αλέθω στα σουηδικά - kvarn, fabrik, mala, slipa, grind, plugghäst, malnings
  • αλέτρι στα σουηδικά - plog, plöja, plogen
Τυχαίες λέξεις
Αλάτι στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: salta, salt, saltet