Αλάτι στα λιθουανικά
Μετάφραση: αλάτι, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
druska, druskos, druską, druskų, salt
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλάτι
αλάτι και πιπέρι, αλάτι ρίγανη θεσσαλονίκη, αλάτι και πιπέρι περιοδικό, αλάτι ιμαλαϊων ιδιότητες, αλάτι μεσολογγίου, αλάτι λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αλάτι στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αλάθητος στα λιθουανικά - paprastas, paprastų, Patikimas, visiškai patikimo, apsaugota tobulai
- αλάνθαστος στα λιθουανικά - neklystantis, patikimas, neklystantys, neklaidingas, neklaidingi
- αλέθω στα λιθουανικά - fabrikas, šlifuoti, malimas, brūžinti, aptekinti, garankštis
- αλέτρι στα λιθουανικά - arti, plūgas, arimas, sniego valytuvas, irtis, skintis kelią
Τυχαίες λέξεις
Αλάτι στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: druska, druskos, druską, druskų, salt
Μεταφράσεις: druska, druskos, druską, druskų, salt