Αλάτι στα γερμανικά
Μετάφραση: αλάτι, Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γερμανικά
Μεταφράσεις:
salzen, salz, salzig, Salz, Salzes
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αλάτι
αλάτι και πιπέρι, αλάτι ρίγανη θεσσαλονίκη, αλάτι και πιπέρι περιοδικό, αλάτι ιμαλαϊων ιδιότητες, αλάτι μεσολογγίου, αλάτι λεξικό γλώσσας γερμανικά, αλάτι στα γερμανικά
Μεταφράσεις
- αλάθητος στα γερμανικά - fehlerfrei, einwandfrei, narrensicher, idiotensicher, narrensichere, kinderleicht
- αλάνθαστος στα γερμανικά - zielsicher, treffsicher, unfehlbar, unfehlbare, unfehlbaren, unfehlbares, unfehlbarer
- αλέθω στα γερμανικά - zermalmen, plackerei, schufterei, schinderei, fräsmaschine, zerreiben, arbeiten, ...
- αλέτρι στα γερμανικά - pflügen, pflug, Pflug, Pfluges
Τυχαίες λέξεις
Αλάτι στα γερμανικά - Λεξικό: ελληνικά » γερμανικά
Μεταφράσεις: salzen, salz, salzig, Salz, Salzes
Μεταφράσεις: salzen, salz, salzig, Salz, Salzes