Αποτροπιαστικός στα εσθονικά

Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
vastumeelne, põlastav, jälk, häbiväärsemate liikide
Αποτροπιαστικός στα εσθονικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός

αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας εσθονικά, αποτροπιαστικός στα εσθονικά

Μεταφράσεις

  • αποτολμώ στα εσθονικά - söandama, riskimine, julgustükk, oht, riskima, ettevõtmine, venture, ...
  • αποτρέπω στα εσθονικά - vältima, taust, eristuma, ühine, slaid, tugikiil, heidutada, ...
  • αποτυγχάνω στα εσθονικά - nurjuma, kihisema, susin, Kuivada, Ebaõnnestumine, kihin
  • αποτυχία στα εσθονικά - äpardumine, hädavares, tõrge, ebaedu, rike, ebaõnnestumine, jätmise, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: vastumeelne, põlastav, jälk, häbiväärsemate liikide