Αποτροπιαστικός στα λιθουανικά
Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
nekenčiamas, bjauri, bjaurus, Nienawistny
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός
αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας λιθουανικά, αποτροπιαστικός στα λιθουανικά
Μεταφράσεις
- αποτολμώ στα λιθουανικά - laimė, sėkmė, rizika, pavojus, įmonė, rizikos, įmonės, ...
- αποτρέπω στα λιθουανικά - sulaikyti, atgrasyti, atgrasinti, atgrasyti nuo, užkirsti kelią
- αποτυγχάνω στα λιθουανικά - šnypštimas, Plajta, Syczeć, Čukstēt, Fiasko
- αποτυχία στα λιθουανικά - bankrotas, nesėkmė, nepakankamumas, gedimas, nesugebėjimas, gedimo
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: nekenčiamas, bjauri, bjaurus, Nienawistny
Μεταφράσεις: nekenčiamas, bjauri, bjaurus, Nienawistny