Αποτροπιαστικός στα ουγγρικά
Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
iszonyatos, gyűlöletes, abhorrent, visszataszító, legdurvább
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός
αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας ουγγρικά, αποτροπιαστικός στα ουγγρικά
Μεταφράσεις
- αποτολμώ στα ουγγρικά - kockázat, rizikó, kockajáték, bérkocsi-állomás, vállalkozás, kockázati, vállalat, ...
- αποτρέπω στα ουγγρικά - féktuskó, rovátka, bevágás, skóciai, kontraszt, fékpofa, támasztóék, ...
- αποτυγχάνω στα ουγγρικά - sistergés, sistereg, Fizzle, pezsgés, kudarc
- αποτυχία στα ουγγρικά - balsiker, megbukás, meghibásodás, leromlás, elmulasztás, kudarc, hiba, ...
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: iszonyatos, gyűlöletes, abhorrent, visszataszító, legdurvább
Μεταφράσεις: iszonyatos, gyűlöletes, abhorrent, visszataszító, legdurvább