Αποτροπιαστικός στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
гнасен, одвратно, толку гнасен, abhorrent
Αποτροπιαστικός στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός

αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, αποτροπιαστικός στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • αποτολμώ στα σλαβομακεδονικά - вложување, потфат, ризичен, вложување на, претпријатие
  • αποτρέπω στα σλαβομακεδονικά - одврати, одвратат, ги одврати, да ги одврати, одвраќаат
  • αποτυγχάνω στα σλαβομακεδονικά - fizzle
  • αποτυχία στα σλαβομακεδονικά - неуспех, неуспехот, слабост, грешка, инсуфициенција
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: гнасен, одвратно, толку гнасен, abhorrent