Αποτροπιαστικός στα ιταλικά

Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
schifoso, ripugnante, ributtante, aberrante, abominevole, detestabile, odioso
Αποτροπιαστικός στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός

αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας ιταλικά, αποτροπιαστικός στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • αποτολμώ στα ιταλικά - arrischiare, rischiare, pericolo, sbaraglio, ventura, fortuna, rischio, ...
  • αποτρέπω στα ιταλικά - prevenire, sventare, impedire, dissuadere, lamina, foglio, scoraggiare, ...
  • αποτυγχάνω στα ιταλικά - fallire, mancare, sibilare, fizzle, fiasco, in profumeria, spumeggiare
  • αποτυχία στα ιταλικά - fallimento, fiasco, insuccesso, guasto, mancata, insufficienza, mancato
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: schifoso, ripugnante, ributtante, aberrante, abominevole, detestabile, odioso