Αποτροπιαστικός στα τούρκικα

Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τούρκικα
Μεταφράσεις:
iğrenç, müstehcen, tiksindirici, abhorrent, menfur, nefret uyandırıcı
Αποτροπιαστικός στα τούρκικα
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός

αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας τούρκικα, αποτροπιαστικός στα τούρκικα

Μεταφράσεις

  • αποτολμώ στα τούρκικα - şans, risk, riziko, tehlike, girişim, girişimi, girişimidir, ...
  • αποτρέπω στα τούρκικα - önlemek, varak, engellemek, caydırmak, caydırıcı, caydırmaya, caydırma
  • αποτυγχάνω στα τούρκικα - başarısızlık, fizzle, fiyasko, boşa çıkmak, fışırdamak
  • αποτυχία στα τούρκικα - başarısızlık, yetmezliği, hatası, arızası, arıza
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα τούρκικα - Λεξικό: ελληνικά » τούρκικα
Μεταφράσεις: iğrenç, müstehcen, tiksindirici, abhorrent, menfur, nefret uyandırıcı