Αποτροπιαστικός στα λευκορωσικά

Μετάφραση: αποτροπιαστικός, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
агідны, абрыдлівае, агіднае, жахлівае
Αποτροπιαστικός στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: αποτροπιαστικός

αποτροπιαστικός λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, αποτροπιαστικός στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • αποτολμώ στα λευκορωσικά - прадпрыемства
  • αποτρέπω στα λευκορωσικά - лiст, ўтрымліваць, утрымліваць, трымаць, стрымліваць
  • αποτυγχάνω στα λευκορωσικά - правал
  • αποτυχία στα λευκορωσικά - адмова, адмову, адмаўленне
Τυχαίες λέξεις
Αποτροπιαστικός στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: агідны, абрыдлівае, агіднае, жахлівае