Στιγματίζω στα εσθονικά
Μετάφραση: στιγματίζω, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
põletusmärk, tukk, tootemark, häbimärgistatakse, häbimärgista, häbimärgistata, märgistada, häbimärgistada
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στιγματίζω
στιγματίζω συνώνυμο, στιγματίζω συνώνυμα, στιγματίζω λεξικό γλώσσας εσθονικά, στιγματίζω στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- στηρίγματα στα εσθονικά - kvartal, blokeerima, plokk, rekvisiidid, rekvisiite, tugiposte, rekvisiitide, ...
- στιγμή στα εσθονικά - hetk, moment, aspekt, hetkel, praegu, hetkest
- στιγμιαίος στα εσθονικά - hetk, hetkeline, kiir-, hetkelise, hetkelist, silmapilkse
- στιγμιότυπο στα εσθονικά - helend, esiletõst, momentvõte, snapshot, läbilõige, hetktõmmise, hetkeseis
Τυχαίες λέξεις
Στιγματίζω στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: põletusmärk, tukk, tootemark, häbimärgistatakse, häbimärgista, häbimärgistata, märgistada, häbimärgistada
Μεταφράσεις: põletusmärk, tukk, tootemark, häbimärgistatakse, häbimärgista, häbimärgistata, märgistada, häbimärgistada