Στιγματίζω στα σουηδικά

Μετάφραση: στιγματίζω, Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σουηδικά
Μεταφράσεις:
brännmärka, märke, stigmatisera, stämpla, stigmatiserar, att stämpla
Στιγματίζω στα σουηδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στιγματίζω

στιγματίζω συνώνυμο, στιγματίζω συνώνυμα, στιγματίζω λεξικό γλώσσας σουηδικά, στιγματίζω στα σουηδικά

Μεταφράσεις

  • στηρίγματα στα σουηδικά - block, kvarter, hindra, avspärra, klots, blockera, rekvisita, ...
  • στιγμή στα σουηδικά - stund, ögonblick, omedelbar, tillfället, ögonblicket, tidpunkt
  • στιγμιαίος στα σουηδικά - stund, omedelbar, ögonblick, momentana, momentan, momentant, ögonblicklig
  • στιγμιότυπο στα σουηδικά - snapshot, ögonblicks, ögonblicksbild, stillbild, ögonblicksbilden
Τυχαίες λέξεις
Στιγματίζω στα σουηδικά - Λεξικό: ελληνικά » σουηδικά
Μεταφράσεις: brännmärka, märke, stigmatisera, stämpla, stigmatiserar, att stämpla