Στιγματίζω στα λιθουανικά

Μετάφραση: στιγματίζω, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
špaga, modelis, fasonas, kalavijas, kardas, niekinti, stigmatizuoti, žeminti, neigiamai paženklinti, būdais žeminti
Στιγματίζω στα λιθουανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στιγματίζω

στιγματίζω συνώνυμο, στιγματίζω συνώνυμα, στιγματίζω λεξικό γλώσσας λιθουανικά, στιγματίζω στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • στηρίγματα στα λιθουανικά - luitas, skridinys, rąstas, rekvizitas, rekvizitai, pasparos, atramos, ...
  • στιγμή στα λιθουανικά - akimirksnis, momentas, akimirka, metu, momento
  • στιγμιαίος στα λιθουανικά - momentas, akimirksnis, akimirka, momentinis, momentinė, tekančiojo, Akimirkinį, ...
  • στιγμιότυπο στα λιθουανικά - momentinė nuotrauka, fotografiją, apžvalga, snapshot
Τυχαίες λέξεις
Στιγματίζω στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: špaga, modelis, fasonas, kalavijas, kardas, niekinti, stigmatizuoti, žeminti, neigiamai paženklinti, būdais žeminti