Στιγματίζω στα σλαβομακεδονικά

Μετάφραση: στιγματίζω, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
прекоруваш, стигматизира, жигоса, стигматизација, стигматизација на
Στιγματίζω στα σλαβομακεδονικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στιγματίζω

στιγματίζω συνώνυμο, στιγματίζω συνώνυμα, στιγματίζω λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, στιγματίζω στα σλαβομακεδονικά

Μεταφράσεις

  • στηρίγματα στα σλαβομακεδονικά - реквизитите, реквизити, перките, реквизита
  • στιγμή στα σλαβομακεδονικά - моментов, момент, моментот, миг, моментот кога
  • στιγμιαίος στα σλαβομακεδονικά - моментален, моментално, проточни, моментална, инстант
  • στιγμιότυπο στα σλαβομακεδονικά - слика, снимка, краток преглед, слика за
Τυχαίες λέξεις
Στιγματίζω στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: прекоруваш, стигматизира, жигоса, стигматизација, стигматизација на