Στιγματίζω στα ιταλικά

Μετάφραση: στιγματίζω, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
marchio, bollare, stigmatizzare, stigmatizzare i, di stigmatizzare, stigmatizzano
Στιγματίζω στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: στιγματίζω

στιγματίζω συνώνυμο, στιγματίζω συνώνυμα, στιγματίζω λεξικό γλώσσας ιταλικά, στιγματίζω στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • στηρίγματα στα ιταλικά - bloccare, cubo, arrestare, blocco, puleggia, intasare, carrucola, ...
  • στιγμή στα ιταλικά - immediato, attimo, momento, istante, istantaneo, momento in, momento in cui
  • στιγμιαίος στα ιταλικά - istante, momento, immediato, istantaneo, attimo, istantanea, istantanei, ...
  • στιγμιότυπο στα ιταλικά - istantanea, snapshot, un'istantanea, fotografia, istantanee
Τυχαίες λέξεις
Στιγματίζω στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: marchio, bollare, stigmatizzare, stigmatizzare i, di stigmatizzare, stigmatizzano