Στιγματίζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: στιγματίζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
stigmatize
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: στιγματίζω
στιγματίζω συνώνυμο, στιγματίζω συνώνυμα, στιγματίζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, στιγματίζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- στηρίγματα στα ισλανδικά - leikmunir, viðurkenningu fyrir, sviðsmynd, viðurkenningu fyrir að
- στιγμή στα ισλανδικά - andrá, bil, augnablik, stund, leið, augnabliki, leið og
- στιγμιαίος στα ισλανδικά - tafarlaus, samstundis, samstundis fram
- στιγμιότυπο στα ισλανδικά - skyndimynd, Stöðumynd, myndatakan, Snapshot, skjámynd
Τυχαίες λέξεις
Στιγματίζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: stigmatize
Μεταφράσεις: stigmatize