Τολμώ στα εσθονικά
Μετάφραση: τολμώ, Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
εσθονικά
Μεταφράσεις:
riskimine, söandama, julgustükk, julgema, julge, julgevad, julgenud, julged
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τολμώ
τολμώ στα αγγλικά, τολμώ σπεράντζα βρανά, τολμώ συνώνυμο, τολμώ σίγμα, τολμώ στίχοι, τολμώ λεξικό γλώσσας εσθονικά, τολμώ στα εσθονικά
Μεταφράσεις
- τοκογλύφος στα εσθονικά - liigkasuvõtja, kasuvõtja, Koronkiskuri
- τολμηρός στα εσθονικά - ettevõtlik, seiklushimuline, pealehakkav, bravuurne, esinduslik, hoogsa, dashing, ...
- τολύπη στα εσθονικά - pahvak, lible, helbe, helbe-, helveste, libleline
- τομέας στα εσθονικά - põld, välja, valdus, eemale, sektor, sektori, sektoris, ...
Τυχαίες λέξεις
Τολμώ στα εσθονικά - Λεξικό: ελληνικά » εσθονικά
Μεταφράσεις: riskimine, söandama, julgustükk, julgema, julge, julgevad, julgenud, julged
Μεταφράσεις: riskimine, söandama, julgustükk, julgema, julge, julgevad, julgenud, julged