Τολμώ στα φινλανδικά

Μετάφραση: τολμώ, Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
φινλανδικά
Μεταφράσεις:
uskaltautua, riskihanke, riskeerata, uhkayritys, uskaltaa, uskalla, uskaltavat, uskaltanut, uskallat
Τολμώ στα φινλανδικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τολμώ

τολμώ στα αγγλικά, τολμώ σπεράντζα βρανά, τολμώ συνώνυμο, τολμώ σίγμα, τολμώ στίχοι, τολμώ λεξικό γλώσσας φινλανδικά, τολμώ στα φινλανδικά

Μεταφράσεις

  • τοκογλύφος στα φινλανδικά - kiskuri, koronkiskuri, kasvon ottaja, niinkuin kasvon ottaja
  • τολμηρός στα φινλανδικά - sinnikäs, uskalias, hurtti, reipas, dashing, näyttävä, neuvokas
  • τολύπη στα φινλανδικά - pöyhistää, pöllähdys, ähistä, tuprahdus, läähättää, hiutale, flake, ...
  • τομέας στα φινλανδικά - kenttä, vainio, alue, lentokenttä, niitty, tasanko, pelto, ...
Τυχαίες λέξεις
Τολμώ στα φινλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » φινλανδικά
Μεταφράσεις: uskaltautua, riskihanke, riskeerata, uhkayritys, uskaltaa, uskalla, uskaltavat, uskaltanut, uskallat