Τολμώ στα λευκορωσικά

Μετάφραση: τολμώ, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
смець, руш, маеце права, саромецца, мець права
Τολμώ στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: τολμώ

τολμώ στα αγγλικά, τολμώ σπεράντζα βρανά, τολμώ συνώνυμο, τολμώ σίγμα, τολμώ στίχοι, τολμώ λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, τολμώ στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • τοκογλύφος στα λευκορωσικά - ліхвяр, растаўшчык
  • τολμηρός στα λευκορωσικά - хвацкі, ліхі, хвацкай, заўзяты, рэзкай
  • τολύπη στα λευκορωσικά - капуста, расслойвацца, распластоўвацца
  • τομέας στα λευκορωσικά - поле, сектар, сэктар
Τυχαίες λέξεις
Τολμώ στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: смець, руш, маеце права, саромецца, мець права