Τολμώ στα ρουμανικά
Μετάφραση: τολμώ, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
îndrăzni, îndrăznesc, îndrăznești, îndrăznit, îndrăznesc să
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: τολμώ
τολμώ στα αγγλικά, τολμώ σπεράντζα βρανά, τολμώ συνώνυμο, τολμώ σίγμα, τολμώ στίχοι, τολμώ λεξικό γλώσσας ρουμανικά, τολμώ στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- τοκογλύφος στα ρουμανικά - cămătar, cămătari, arghirofil, zaraf
- τολμηρός στα ρουμανικά - elegant, dashing, impetuos, năvalnic, arătos
- τολύπη στα ρουμανικά - fulg, fulgi, de fulgi, fulg de, fulgi de
- τομέας στα ρουμανικά - lan, aerodrom, câmp, regat, sector, sectorul, sectorului, ...
Τυχαίες λέξεις
Τολμώ στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: îndrăzni, îndrăznesc, îndrăznești, îndrăznit, îndrăznesc să
Μεταφράσεις: îndrăzni, îndrăznesc, îndrăznești, îndrăznit, îndrăznesc să