Κολάζω στα ισλανδικά
Μετάφραση: κολάζω, Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισλανδικά
Μεταφράσεις:
aga, lítillættir
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολάζω
κολάζω ετυμολογία, κολάζω παράγωγα, κολάζω αρχικοί χρόνοι, κολάζω αρχαία, κολάζω συνωνυμα, κολάζω λεξικό γλώσσας ισλανδικά, κολάζω στα ισλανδικά
Μεταφράσεις
- κοκκινίζω στα ισλανδικά - blush, side
- κοκκώδης στα ισλανδικά - korn, kornótt, og nákvæmari, nákvæmur
- κολάι στα ισλανδικά - hanga af
- κολάρο στα ισλανδικά - flibbi, jaxl, kraga, kragi, kolli, kraganum
Τυχαίες λέξεις
Κολάζω στα ισλανδικά - Λεξικό: ελληνικά » ισλανδικά
Μεταφράσεις: aga, lítillættir
Μεταφράσεις: aga, lítillættir