Κολάζω στα λευκορωσικά
Μετάφραση: κολάζω, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
стрымліваць
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολάζω
κολάζω ετυμολογία, κολάζω παράγωγα, κολάζω αρχικοί χρόνοι, κολάζω αρχαία, κολάζω συνωνυμα, κολάζω λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, κολάζω στα λευκορωσικά
Μεταφράσεις
- κοκκινίζω στα λευκορωσικά - румянец, чырвань, румянак, туманец
- κοκκώδης στα λευκορωσικά - грануляваны, грануляваная, грануляваныя
- κολάι στα λευκορωσικά - адрас, павесіць
- κολάρο στα λευκορωσικά - каўнер
Τυχαίες λέξεις
Κολάζω στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: стрымліваць
Μεταφράσεις: стрымліваць