Κολάζω στα τσεχικά
Μετάφραση: κολάζω, Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
τσεχικά
Μεταφράσεις:
tříbit, trestat, napravit, kárat, trestám, tresci, trestám ty
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: κολάζω
κολάζω ετυμολογία, κολάζω παράγωγα, κολάζω αρχικοί χρόνοι, κολάζω αρχαία, κολάζω συνωνυμα, κολάζω λεξικό γλώσσας τσεχικά, κολάζω στα τσεχικά
Μεταφράσεις
- κοκκινίζω στα τσεχικά - vypláchnout, příval, naplnit, propláchnout, zčervenat, zrudnout, vytrysknutí, ...
- κοκκώδης στα τσεχικά - drsný, zrnitý, granulovaný, granulární, granulovaná, granulované
- κολάι στα τσεχικά - trik, zručnost, dovednost, fígl, kloub
- κολάρο στα τσεχικά - chomout, objímka, límec, obojek, límeček, collar, límce
Τυχαίες λέξεις
Κολάζω στα τσεχικά - Λεξικό: ελληνικά » τσεχικά
Μεταφράσεις: tříbit, trestat, napravit, kárat, trestám, tresci, trestám ty
Μεταφράσεις: tříbit, trestat, napravit, kárat, trestám, tresci, trestám ty