Κολάζω στα ουγγρικά

Μετάφραση: κολάζω, Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ουγγρικά
Μεταφράσεις:
megfenyít, megfenyítem, fegyelmez
Κολάζω στα ουγγρικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: κολάζω

κολάζω ετυμολογία, κολάζω παράγωγα, κολάζω αρχικοί χρόνοι, κολάζω αρχαία, κολάζω συνωνυμα, κολάζω λεξικό γλώσσας ουγγρικά, κολάζω στα ουγγρικά

Μεταφράσεις

  • κοκκινίζω στα ουγγρικά - kipirulás, flöss, öblítés, elvörösödés, pír, blush, elpirul, ...
  • κοκκώδης στα ουγγρικά - sokmagú, szemcsés, granulált, granulátum, a szemcsés, szemcse
  • κολάι στα ουγγρικά - nyitjára, beletanul, beletanul az
  • κολάρο στα ουγγρικά - aknatorok, nyaktollazat, tányérkarika, gyökérnyak, fémkarika, nyaklánc, nyakrész, ...
Τυχαίες λέξεις
Κολάζω στα ουγγρικά - Λεξικό: ελληνικά » ουγγρικά
Μεταφράσεις: megfenyít, megfenyítem, fegyelmez