Απομονωμένος στα ισπανικά

Μετάφραση: απομονωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
separado, aislado, solitario, retirado, aislados, aislada, aisladas, fondo
Απομονωμένος στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απομονωμένος

απομονωμένος συνώνυμο, απομονωμένος στα αγγλικα, απομονωμένος ορός γάλακτος, απομονωμένος λεξικό γλώσσας ισπανικά, απομονωμένος στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • απομακρυσμένος στα ισπανικά - remoto, separado, distante, apartado, lejano, lejana, distantes, ...
  • απομνημονεύω στα ισπανικά - memorizar, de memorizar, memorice, memorizar las, memoriza
  • απομονώνω στα ισπανικά - apartar, aislar, aislar a, de aislar, aislamiento, aislado
  • απομόνωση στα ισπανικά - acoplamiento, embrague, aislamiento, el aislamiento, de aislamiento, aislada, aislamiento de
Τυχαίες λέξεις
Απομονωμένος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: separado, aislado, solitario, retirado, aislados, aislada, aisladas, fondo