Απομονωμένος στα ρουμανικά
Μετάφραση: απομονωμένος, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
izolat, izolate, izolată, izolata, izolați
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: απομονωμένος
απομονωμένος συνώνυμο, απομονωμένος στα αγγλικα, απομονωμένος ορός γάλακτος, απομονωμένος λεξικό γλώσσας ρουμανικά, απομονωμένος στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- απομακρυσμένος στα ρουμανικά - îndepărtat, la distanță, îndepărtată, distant, indepartat
- απομνημονεύω στα ρουμανικά - memora, memoreze, memorarea, memorezi, a memora
- απομονώνω στα ρουμανικά - izola, izoleze, izolarea, a izola, izolat
- απομόνωση στα ρουμανικά - ambreiaj, izolare, izolarea, de izolare, Izolatie, izolat
Τυχαίες λέξεις
Απομονωμένος στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: izolat, izolate, izolată, izolata, izolați
Μεταφράσεις: izolat, izolate, izolată, izolata, izolați