Απομονωμένος στα λευκορωσικά

Μετάφραση: απομονωμένος, Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λευκορωσικά
Μεταφράσεις:
ізаляваны, ізаляваную, ізаляваныя
Απομονωμένος στα λευκορωσικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: απομονωμένος

απομονωμένος συνώνυμο, απομονωμένος στα αγγλικα, απομονωμένος ορός γάλακτος, απομονωμένος λεξικό γλώσσας λευκορωσικά, απομονωμένος στα λευκορωσικά

Μεταφράσεις

  • απομακρυσμένος στα λευκορωσικά - аддалены, падалены, далёкі, далёкае, далёкім
  • απομνημονεύω στα λευκορωσικά - запамінаць, запомніць
  • απομονώνω στα λευκορωσικά - ізаляваць
  • απομόνωση στα λευκορωσικά - ізаляцыя, ізаляцыі
Τυχαίες λέξεις
Απομονωμένος στα λευκορωσικά - Λεξικό: ελληνικά » λευκορωσικά
Μεταφράσεις: ізаляваны, ізаляваную, ізаляваныя