Δεξιοτεχνία στα ισπανικά

Μετάφραση: δεξιοτεχνία, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
destreza, primor, artesanía, la artesanía, artesanal, artesanía de, mano de obra
Δεξιοτεχνία στα ισπανικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: δεξιοτεχνία

ιππική δεξιοτεχνία, δεξιοτεχνία ορισμός, δεξιοτεχνία ετυμολογια, δεξιοτεχνία λεξικό γλώσσας ισπανικά, δεξιοτεχνία στα ισπανικά

Μεταφράσεις

  • δεξαμενή στα ισπανικά - recipiente, estanque, aljibe, tanque, cisterna, alberca, depósito, ...
  • δεξιοτέχνης στα ισπανικά - profesor, dueño, amo, maestro, hábil, diestro, más hábil, ...
  • δεξιός στα ισπανικά - debido, recto, justo, justicia, correcto, derecho, derecha, ...
  • δερμάτινος στα ισπανικά - cuero, en, de, en el, en la, a
Τυχαίες λέξεις
Δεξιοτεχνία στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: destreza, primor, artesanía, la artesanía, artesanal, artesanía de, mano de obra