Δεξιοτεχνία στα σλαβομακεδονικά
Μετάφραση: δεξιοτεχνία, Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις:
изработка, занаетчиство, занаетчиството, занаетчиски, мајсторство
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεξιοτεχνία
ιππική δεξιοτεχνία, δεξιοτεχνία ορισμός, δεξιοτεχνία ετυμολογια, δεξιοτεχνία λεξικό γλώσσας σλαβομακεδονικά, δεξιοτεχνία στα σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις
- δεξαμενή στα σλαβομακεδονικά - тенк, резервоарот, резервоар, резервоарот за, резервоар за
- δεξιοτέχνης στα σλαβομακεδονικά - вешто, вешт, вештите, вешта, вешти
- δεξιός στα σλαβομακεδονικά - правото, право, во право, десно, десната
- δερμάτινος στα σλαβομακεδονικά - кожата, во кожа, со кожа, кожа, во кожени, во кожените
Τυχαίες λέξεις
Δεξιοτεχνία στα σλαβομακεδονικά - Λεξικό: ελληνικά » σλαβομακεδονικά
Μεταφράσεις: изработка, занаетчиство, занаетчиството, занаетчиски, мајсторство
Μεταφράσεις: изработка, занаетчиство, занаетчиството, занаетчиски, мајсторство