Δεξιοτεχνία στα νορβηγικά
Μετάφραση: δεξιοτεχνία, Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
νορβηγικά
Μεταφράσεις:
håndverk, håndverks, håndverket
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: δεξιοτεχνία
ιππική δεξιοτεχνία, δεξιοτεχνία ορισμός, δεξιοτεχνία ετυμολογια, δεξιοτεχνία λεξικό γλώσσας νορβηγικά, δεξιοτεχνία στα νορβηγικά
Μεταφράσεις
- δεξαμενή στα νορβηγικά - reservoar, beholder, tank, tanken
- δεξιοτέχνης στα νορβηγικά - mester, herre, dyktig, mer smidig, smidig, dyktige, dyktighet
- δεξιός στα νορβηγικά - rettighet, riktig, rett, høyre, akkurat, riktig måte
- δερμάτινος στα νορβηγικά - lær, skinn, i, på, inn, Script, igjen
Τυχαίες λέξεις
Δεξιοτεχνία στα νορβηγικά - Λεξικό: ελληνικά » νορβηγικά
Μεταφράσεις: håndverk, håndverks, håndverket
Μεταφράσεις: håndverk, håndverks, håndverket