Ενήλικας στα ισπανικά
Μετάφραση: ενήλικας, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
adulto, adultos, de adultos, adulta, para adultos
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενήλικας
ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας κλίση, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, ενήλικας ή ενήλικος, ενήλικας λεξικό γλώσσας ισπανικά, ενήλικας στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- ενέδρα στα ισπανικά - asechar, acecho, emboscada, la emboscada, una emboscada, emboscadas, emboscada de
- ενέργεια στα ισπανικά - procedimiento, acción, la acción, medidas, de acción, acciones
- ενήλικος στα ισπανικά - adulto, adultos, de adultos, adulta, para adultos
- ενίσχυση στα ισπανικά - refuerzo, amplificación, de amplificación, la amplificación, amplificación de, amplificación por
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικας στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: adulto, adultos, de adultos, adulta, para adultos
Μεταφράσεις: adulto, adultos, de adultos, adulta, para adultos