Ενήλικας στα λιθουανικά

Μετάφραση: ενήλικας, Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
λιθουανικά
Μεταφράσεις:
suaugęs, suaugusiųjų, suaugusių, suaugusiems, suaugusiojo
Ενήλικας στα λιθουανικά
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενήλικας

ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας κλίση, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, ενήλικας ή ενήλικος, ενήλικας λεξικό γλώσσας λιθουανικά, ενήλικας στα λιθουανικά

Μεταφράσεις

  • ενέδρα στα λιθουανικά - pasala, Zasadzka, Ambush, pasalą
  • ενέργεια στα λιθουανικά - veiksmas, veiksmų, veiksmai, ieškinys, veikla
  • ενήλικος στα λιθουανικά - suaugęs, suaugusiųjų, suaugusių, suaugusiems, suaugusiojo
  • ενίσχυση στα λιθουανικά - amplifikacija, stiprinimas, amplifikacijos, stiprinimo, signalų stiprinimas
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικας στα λιθουανικά - Λεξικό: ελληνικά » λιθουανικά
Μεταφράσεις: suaugęs, suaugusiųjų, suaugusių, suaugusiems, suaugusiojo