Ενήλικας στα γαλλικά

Μετάφραση: ενήλικας, Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
γαλλικά
Μεταφράσεις:
mûr, adulte, adultes, des adultes, pour adultes, les adultes
Ενήλικας στα γαλλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ενήλικας

ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας κλίση, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, ενήλικας ή ενήλικος, ενήλικας λεξικό γλώσσας γαλλικά, ενήλικας στα γαλλικά

Μεταφράσεις

  • ενέδρα στα γαλλικά - embûche, embuscade, piège, attrape, affût, guetter, embuscade tendue, ...
  • ενέργεια στα γαλλικά - procédant, conduite, action, procédé, acte, délibération, démarche, ...
  • ενήλικος στα γαλλικά - mûr, adulte, adultes, des adultes, pour adultes, les adultes
  • ενίσχυση στα γαλλικά - renforcement, armature, agrandissement, augmentation, développement, grossissement, élargissement, ...
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικας στα γαλλικά - Λεξικό: ελληνικά » γαλλικά
Μεταφράσεις: mûr, adulte, adultes, des adultes, pour adultes, les adultes