Ενήλικας στα ρουμανικά
Μετάφραση: ενήλικας, Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ρουμανικά
Μεταφράσεις:
adult, adulți, adulților, pentru adulți, adulte
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: ενήλικας
ο ενήλικας, ενήλικας στα αγγλικα, ενήλικας κλίση, δυσλεκτικόσ ενήλικασ, ενήλικας ή ενήλικος, ενήλικας λεξικό γλώσσας ρουμανικά, ενήλικας στα ρουμανικά
Μεταφράσεις
- ενέδρα στα ρουμανικά - ambuscadă, ambuscada, pândă, ambuscade, pîndă
- ενέργεια στα ρουμανικά - acțiune, acțiuni, de acțiune, actiune, măsuri
- ενήλικος στα ρουμανικά - adult, adulți, adulților, pentru adulți, adulte
- ενίσχυση στα ρουμανικά - amplificare, amplificarea, de amplificare, amplificării, amplificare a
Τυχαίες λέξεις
Ενήλικας στα ρουμανικά - Λεξικό: ελληνικά » ρουμανικά
Μεταφράσεις: adult, adulți, adulților, pentru adulți, adulte
Μεταφράσεις: adult, adulți, adulților, pentru adulți, adulte