Σύντροφος στα ισπανικά
Μετάφραση: σύντροφος, Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ισπανικά
Μεταφράσεις:
socio, compañero, consocio, camarada, acompañante, compañera, compañero de, compañía
Άλλες γλώσσες
Σχετικές λέξεις: σύντροφος
σύντροφος φώτη σεργουλόπουλου, σύντροφος μπουτάρη, σύντροφος δούρου, σύντροφος του μπουλά, σύντροφος ρένας δούρου, σύντροφος λεξικό γλώσσας ισπανικά, σύντροφος στα ισπανικά
Μεταφράσεις
- σύντομα στα ισπανικά - pronto, luego, antes, poco, pronto se, breve
- σύντομος στα ισπανικά - breve, sucinto, luego, corto, pronto, escrito, breves, ...
- σύριγγα στα ισπανικά - jeringa, jeringuilla, la jeringa, jeringa de, de jeringa
- σύρμα στα ισπανικά - hilo, alambre, telegrama, cable, alambre de, de alambre
Τυχαίες λέξεις
Σύντροφος στα ισπανικά - Λεξικό: ελληνικά » ισπανικά
Μεταφράσεις: socio, compañero, consocio, camarada, acompañante, compañera, compañero de, compañía
Μεταφράσεις: socio, compañero, consocio, camarada, acompañante, compañera, compañero de, compañía