Ανοσία στα ιταλικά

Μετάφραση: ανοσία, Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά

Αρχική γλώσσα:
ελληνικά
Τελική γλώσσα:
ιταλικά
Μεταφράσεις:
immunità, dell'immunità, l'immunità, di immunità, all'immunità
Ανοσία στα ιταλικά
Σχετικές λέξεις
Άλλες γλώσσες

Σχετικές λέξεις: ανοσία

ανοσία στο τοξόπλασμα, ανοσία ορισμός, ανοσία συνώνυμο, ανοσία ppt, ανοσία λεξικο, ανοσία λεξικό γλώσσας ιταλικά, ανοσία στα ιταλικά

Μεταφράσεις

  • ανοξείδωτος στα ιταλικά - inossidabile, acciaio, inox, in acciaio, di acciaio
  • ανοράκ στα ιταλικά - giacche a vento, giacche, giacche a, le giacche a vento, giacconi
  • ανοχή στα ιταλικά - tolleranza, la tolleranza, di tolleranza, tolleranza di, della tolleranza
  • ανούσιος στα ιταλικά - insipido, insulso, sgradevole, disgustoso, unsavory, unsavoury, disgustosa
Τυχαίες λέξεις
Ανοσία στα ιταλικά - Λεξικό: ελληνικά » ιταλικά
Μεταφράσεις: immunità, dell'immunità, l'immunità, di immunità, all'immunità